Greek Meaning of perpetuating

διηνεκής

Other Greek words related to διηνεκής

Definitions and Meaning of perpetuating in English

Webster

perpetuating (p. pr. & vb. n.)

of Perpetuate

FAQs About the word perpetuating

διηνεκής

of Perpetuate

Γιορτάζω,τιμητικό,τιμητικός,αθανάτισε,διατήρησης,εγκιβωτίζοντας,αιωνιοποίηση,συντηρώντας,αναμνηστικό,διατηρητέο

συντριπτικός,Καταστροφικός,καταστροφικός,κατάσβεση,βάζω έξω,εξολοθρευτικός,αποδεκατισμός,κατεδάφιση,εξάλειψη,σβήσιμο

perpetuated => διαιωνισμένος, perpetuate => διαιωνίζω, perpetuance => αιωνιότητα, perpetualty => αιωνιότητα, perpetually => αιώνια,