Greek Meaning of snuffing (out)
σβήσιμο
Other Greek words related to σβήσιμο
Nearest Words of snuffing (out)
Definitions and Meaning of snuffing (out) in English
snuffing (out)
No definition found for this word.
FAQs About the word snuffing (out)
σβήσιμο
κατάσβεση,κουβέρτα,σβήνω,βάζω έξω,σκλήρυνση,Σφράγιση (έξω),ασφυξία,κατάσβεση,ραβδοσκοπία,σβήσιμο
απόλυση,προσάναμμα,Φωτισμός,φλεγμονώδης,φλεγμονώδης
snuffing => σβήσιμο , snuffed it => σβήστηκε, snuffed (out) => σβησμένο (έξω), snuffed => σβήνει, snuffboxes => Ταμπακιέρες,