Greek Meaning of periphrasis
περιφραστικός τύπος
Other Greek words related to περιφραστικός τύπος
- περίφραση
- διαχυτότητα
- διάχυση
- Λογορροία
- Φλυαρία
- λογόρροια
- πολυλογία
- επαναληψιμότητα
- Λεκτικισμός
- πολυλογία
- ανεμοφύσημα
- αριθμός λέξεων
- Λογοδιάρροια
- Κυκλικότητα
- Μακρηγορία
- πλεονασμός
- επαναληψιμότητα
- ταυτολογία
- Πολυλογία
- πολυλογία
- Περιστροφή
- παρέκβαση
- διακόσμηση
- κέντημα
- υπερβολή
- υπερβολή
- υπερβολή
- Πλεονασμός
- επανάληψη
Nearest Words of periphrasis
- periphrastic => περιφραστικός
- periphrastical => περισταλτικός
- periphrastically => περιφραστικά
- periplaneta => κατσαρίδα
- periplaneta americana => αμερικανική κατσαρίδα
- periplaneta australasiae => Μπαμπουκιέρα της Αυσγτραλίας
- periplast => Περιπλάστης
- periploca => Περίπλοκα
- periploca graeca => Κληματσίδα η ελληνική
- peripneumonia => πνευμονία
Definitions and Meaning of periphrasis in English
periphrasis (n)
a style that involves indirect ways of expressing things
periphrasis (n.)
See Periphrase.
FAQs About the word periphrasis
περιφραστικός τύπος
a style that involves indirect ways of expressing thingsSee Periphrase.
περίφραση ,διαχυτότητα,διάχυση,Λογορροία,Φλυαρία,λογόρροια,πολυλογία,,επαναληψιμότητα,Λεκτικισμός
συντομία,συμπάγεια,Περίληψη,περιεκτικότητα,Κριτσανιστότητα,περιεκτικότητα,Συντομία,συντομία,πυκνότητα
periphrasing => Περίφραση, periphrases => περιφράσεις, periphrased => Μεταφρασμένος, periphrase => περιφρασή, periphery => περιφέρεια,