Greek Meaning of circularity
Κυκλικότητα
Other Greek words related to Κυκλικότητα
- Περιστροφή
- περίφραση
- διαχυτότητα
- διάχυση
- παρέκβαση
- Λογορροία
- Φλυαρία
- λογόρροια
- περιφραστικός τύπος
- πολυλογία
- ταυτολογία
- πολυλογία
- ανεμοφύσημα
- αριθμός λέξεων
- Λογοδιάρροια
- υπερβολή
- υπερβολή
- Μακρηγορία
- υπερβολή
- Πλεονασμός
- πλεονασμός
- επανάληψη
- επαναληψιμότητα
- επαναληψιμότητα
- Λεκτικισμός
- Πολυλογία
- πολυλογία
- διακόσμηση
- κέντημα
Nearest Words of circularity
- circularization => κυκλοποίηση
- circularize => κυκλοφορώ
- circular-knit => Κυκλικής πλέξης
- circularly => κυκλικά
- circulary => κυκλικός
- circulate => κυκλοφορεί
- circulating => κυκλοφορούν
- circulating decimal => Περιοδικός δεκαδικός αριθμός
- circulating library => Κυκλοφορούσα βιβλιοθήκη
- circulation => κυκλοφορία
Definitions and Meaning of circularity in English
circularity (n)
the roundness of a 2-dimensional figure
circularity (n.)
The quality or state of being circular; a circular form.
FAQs About the word circularity
Κυκλικότητα
the roundness of a 2-dimensional figureThe quality or state of being circular; a circular form.
Περιστροφή,περίφραση ,διαχυτότητα,διάχυση,παρέκβαση,Λογορροία,Φλυαρία,λογόρροια,περιφραστικός τύπος,πολυλογία
συντομία,συμπάγεια,Περίληψη,περιεκτικότητα,Κριτσανιστότητα,περιεκτικότητα,Συντομία,συντομία,πυκνότητα
circularise => διακυκλοφορεί, circularisation => κυκλοφορία, circular saw => Κυκλοπρίονο, circular plane => Κυκλικό επίπεδο, circular measure => Κυκλικό μέτρο,