Greek Meaning of long-windedness
Μακρηγορία
Other Greek words related to Μακρηγορία
- περίφραση
- διαχυτότητα
- διάχυση
- Λογορροία
- Φλυαρία
- λογόρροια
- περιφραστικός τύπος
- πολυλογία
- επαναληψιμότητα
- πολυλογία
- πολυλογία
- αριθμός λέξεων
- Λογοδιάρροια
- Κυκλικότητα
- υπερβολή
- πλεονασμός
- ταυτολογία
- Λεκτικισμός
- Πολυλογία
- ανεμοφύσημα
- Περιστροφή
- παρέκβαση
- υπερβολή
- υπερβολή
- Πλεονασμός
- επανάληψη
- επαναληψιμότητα
Nearest Words of long-windedness
Definitions and Meaning of long-windedness in English
long-windedness (n)
boring verbosity
FAQs About the word long-windedness
Μακρηγορία
boring verbosity
περίφραση ,διαχυτότητα,διάχυση,Λογορροία,Φλυαρία,λογόρροια,περιφραστικός τύπος,πολυλογία,,επαναληψιμότητα
συντομία,συμπάγεια,Περίληψη,περιεκτικότητα,Κριτσανιστότητα,περιεκτικότητα,Συντομία,συντομία,πυκνότητα
long-windedly => μακρυγoρήγητα, long-winded => μακρύς, long-wearing => Μακράς διαρκείας, longways dance => Μακρύς χορός, longways => κατά μήκος,