Greek Meaning of peripherally

περιφερειακά

Other Greek words related to περιφερειακά

Definitions and Meaning of peripherally in English

Wordnet

peripherally (r)

in or at or near a periphery or according to a peripheral role or function or relationship

FAQs About the word peripherally

περιφερειακά

in or at or near a periphery or according to a peripheral role or function or relationship

Αξεσουάρ,πρόσθετος,βοηθητικός,επιμέρους,εξαρτημένος,συμπληρωματικός,-ή,-ό,προσωρινός,συμπληρωματικός,συμπληρωματικός,πρόσθεσε

βασικός,αρχηγός,κύριος,πρωτεύον,διευθυντής,ουσιαστικός,θεμελιώδης,απαραίτητος,πρώτος αριθμός,Καθοριστικής σημασίας

peripheral vision => Περιφερική όραση, peripheral nervous system => περιφερικό νευρικό σύστημα, peripheral device => περιφερειακή συσκευή, peripheral => περιφερικός, peripety => Περιπέτεια,