Greek Meaning of lead off
ηγούμαι
Other Greek words related to ηγούμαι
Nearest Words of lead off
- lead line => μολυβοβάρης
- lead glass => Μολυβδούχο γυαλί
- lead colic => Μολυβδιακός κολικός
- lead chromate => Χρωμικό μόλυβδο
- lead carbonate => ανθρακικό μόλυβδο
- lead by the nose => τραβάω κάποιον από τη μύτη
- lead bank => Τράπεζα ηγέτης
- lead astray => παραπλανάω
- lead arsenate => Αρσενικός μόλυβδος
- lead acetate => οξικός μόλυβδος
Definitions and Meaning of lead off in English
lead off (v)
teach immoral behavior to
set in motion, cause to start
FAQs About the word lead off
ηγούμαι
teach immoral behavior to, set in motion, cause to start
πρώτο,ο σημαντικότερος,εναρκτήριος/-α/-ο,αρχικός,παρθένα,πρωτότυπο,πρωιμότερος,νωρίς,πρώτος,πρωτοπόρος
τελικός,τελευταίο,τελευταίος,τελευταίος,τερματικό,απόλυτος,προηγμένος,Επόμενος,επόμενος,αργά
lead line => μολυβοβάρης, lead glass => Μολυβδούχο γυαλί, lead colic => Μολυβδιακός κολικός, lead chromate => Χρωμικό μόλυβδο, lead carbonate => ανθρακικό μόλυβδο,