Greek Meaning of lasted

lasted

Other Greek words related to lasted

Definitions and Meaning of lasted in English

Webster

lasted (imp. & p. p.)

of Last

FAQs About the word lasted

Definition not available

of Last

επικράτησε,επιβίωσε,συνέχεια,άντεξε,άντεξε,κρατημένος,διατηρήθηκε,έμεινε,επέμενε,παρέμεινε

πέθανε,ληγμένο,απέτυχε,έδωσε,εξαντλώ,σταμάτησε,βγήκε,Χρεοκοπημενος,χαλασμένος,κατέρρευσε

laste => τελευταίος, last-ditch => τελευταία, lastage => ναύλος, last word => τελευταία λέξη, last supper => Μυστικός Δείπνος,