Greek Meaning of imploding
έκρηξη προς τα μέσα
Other Greek words related to έκρηξη προς τα μέσα
- καταρρέων
- Κόπιτσα
- συντριβή
- που καταρρέει
- τσαλακώνω
- ετοιμοθάνατος
- βύθιση
- Giving = Δίνοντας
- παραχώρηση
- πηγαίνω
- βγαίνω έξω
- τήξη
- συντριπτικός
- λαγοκοιμισμένη
- υποχωρητικός
- σπάσιμο
- αναλύοντας
- έκρηξη
- καταρρέω
- ράγισμα
- αποπληθωριστικός
- αποτυχημένος
- επίπεδωση
- δίνοντας
- λιώσιμο
- σκάσιμο
- φανταστικός
- κράκ
- θρυμματισμός
- σχίση
- στάση
Nearest Words of imploding
Definitions and Meaning of imploding in English
imploding
to become greatly reduced as if from collapsing, to collapse inward as if from external pressure, to break down or fall apart from within, to undergo violent compression, to burst inward, to cause to implode
FAQs About the word imploding
έκρηξη προς τα μέσα
to become greatly reduced as if from collapsing, to collapse inward as if from external pressure, to break down or fall apart from within, to undergo violent co
καταρρέων,Κόπιτσα,συντριβή,που καταρρέει,τσαλακώνω,ετοιμοθάνατος,βύθιση,Giving = Δίνοντας,παραχώρηση,πηγαίνω
αυξανόμενος,Οίδημα,φουσκώνω
implies => σημαίνει, implications => συνεπαγόμενα, implementing => υλοποιώντας, impetuses => ερεθίσματα, impetuosities => παρορμητικότητες,