Greek Meaning of granitoid

Γρανιτοειδής

Other Greek words related to Γρανιτοειδής

Definitions and Meaning of granitoid in English

Webster

granitoid (a.)

Resembling granite in granular appearance; as, granitoid gneiss; a granitoid pavement.

FAQs About the word granitoid

Γρανιτοειδής

Resembling granite in granular appearance; as, granitoid gneiss; a granitoid pavement.

απόφαση,αποφασιστικότητα,Αποφασιστικότητα,αποφασίζω,βεβαιότητα,εμπιστοσύνη,αποφασιστικότητα,Αποφασιστικότητα,Στερεότητα,επιμονή

αμφιβολία,δισταγμός,αναποφασιστικότητα,αναποφασιστικότητα,αναποφασιστικότητα,αβεβαιότητα,δισταγμός,απέχθεια,αβεβαιότητα,αναποφασιστικότητα

granitiform => Γρανίτης, granitification => Γρανίτιση, granitical => γρανιτικός, granitic => γρανιτικός, graniteware => Γρανίτης,