Greek Meaning of fence-sitter

Ανισόρροπος

Other Greek words related to Ανισόρροπος

Definitions and Meaning of fence-sitter in English

Wordnet

fence-sitter (n)

a person who won't take sides in a controversy

FAQs About the word fence-sitter

Ανισόρροπος

a person who won't take sides in a controversy

δισταγμός,δισταγμός,δισταγμός,παύση,καθυστέρηση,συζήτηση,διστακτικός,αναποφασιστικότητα,αναποφασιστικότητα,δισταγμός

βεβαιότητα,βεβαιότητα,εμπιστοσύνη,Αποφασιστικότητα,Στερεότητα,ψήφισμα,Ευκινησία,αποφασιστικότητα,προθυμία,ετοιμότητα

fencesitter => αμφιταλαντευόμενος, fencer's mask => Μάσκα ξιφομαχίας, fencer => ξιφομάχος, fencelike => σαν περίφραξη, fenceless => χωρίς περίφραξη,