Greek Meaning of downside

μειονέκτημα

Other Greek words related to μειονέκτημα

Definitions and Meaning of downside in English

Wordnet

downside (n)

a negative aspect of something that is generally positive

FAQs About the word downside

μειονέκτημα

a negative aspect of something that is generally positive

Μειονέκτημα,μειονέκτημα,αναπηρία,χρέωση,Ευθύνη,μείον,αρνητικός,μειονέκτημα,Αλμπατρος,Αναπηρία

πλεονέκτημα,περιουσιακό στοιχείο,ακμή,συν,άνοδος,εντολή,έλεγχος,σταγόνα,Πλεονέκτημα κεφαλής,πήδα

downshift => κατεβάζω, down-share => μείωση μεριδίου, downscale => σμίκρυνση, down's syndrome => Σύνδρομο Down, downriver => Κατάντη,