Greek Meaning of head start
Πλεονέκτημα κεφαλής
Other Greek words related to Πλεονέκτημα κεφαλής
- πλεονέκτημα
- επίδομα
- υψίπεδο
- Εσωτερική πίστα
- μόλυβδος
- περιθώριο
- αποδόσεις
- αρχή
- στη θέση
- ανώτερη θέση
- Πλεονέκτημα
- Θέση της καρακάξας
- πλεονέκτημα
- άνοδος
- κυριαρχία
- εξόγκωμα
- κυριαρχία
- σταγόνα
- ακμή
- πήδα
- κυριαρχία
- ευκαιρία
- προτεραιότητα
- κυριαρχία
- προνόμιο
- προνόμιο
- τραβώ
- Υπεροχή
- Ανωτερότητα
- υπερβατικότητα
- υπερβατικότητα
- όφελος
- καλύτερος
- ευλογία
- Σπάω
- εντολή
- ευδαιμονία
- ορμητήριο
- Δώρο Θεού
- προτίμηση
- _αρχαιότητα_
- απροσδόκητο κέρδος
- ζημία
- Μειονέκτημα
- ανισότητα
- μειονέκτημα
- αποτυχημένος
- αναπηρία
- ανισορροπία
- ανισότητα
- Ευθύνη
- μείον
- πέναλτι
- Απεργία
- μπάρα
- aρπάζω
- έλεγχος
- Αναπηρία
- Ντροπή
- εμπόδιο
- εμπόδιο
- εμπόδιο
- ανικανότητα
- εμπόδιο
- παρεμβολή
- αφήνω
- εμπόδιο
- εμπόδιο
- Τρίβω
- μειονέκτημα
- σταματάω
- Πνιγμό
- απόφραξη
- στένωμα
- ταλάντευση
- χειροπέδες
- οπισθοχώρηση
- δεσμός
- δίχτυ
- ανωμαλία
Nearest Words of head start
- head smut => στάχυς
- head shop => Κατάστημα τεμαχίων
- head sea => αντίθετο κύμα
- head rhyme => Αρχική ομοιοκαταληξία
- head restraint => Προσκέφαλο
- head register => μητρώο κεφαλής
- head over heels => με τα πανιά πάνω
- head off => Αναχώρηση
- head of state => Αρχηγός Κράτους
- head of household => kepala keluarga
Definitions and Meaning of head start in English
head start (n)
the advantage gained by beginning early (as in a race)
FAQs About the word head start
Πλεονέκτημα κεφαλής
the advantage gained by beginning early (as in a race)
πλεονέκτημα,επίδομα,υψίπεδο,Εσωτερική πίστα,μόλυβδος,περιθώριο,αποδόσεις,αρχή,στη θέση,ανώτερη θέση
ζημία,Μειονέκτημα,ανισότητα,μειονέκτημα,αποτυχημένος,αναπηρία,ανισορροπία,ανισότητα,Ευθύνη,μείον
head smut => στάχυς, head shop => Κατάστημα τεμαχίων, head sea => αντίθετο κύμα, head rhyme => Αρχική ομοιοκαταληξία, head restraint => Προσκέφαλο,