Greek Meaning of delegitimized
απονομιμοποιημένος
Other Greek words related to απονομιμοποιημένος
Nearest Words of delegitimized
- delegitimizing => απονομιμοποιώντας
- deletes => διαγράφει
- deletions => διαγραφές
- Delhi belly => Διάρροια του ταξιδιώτη
- deliberates => σκέφτεται
- deliberations => συζητήσεις
- delight (in) => ευχαριστηθείτε (με)
- delighted (in) => ευχαριστημένος για
- delightfulness => απόλαυση
- delighting (in) => ευχαρίστηση (σε)
Definitions and Meaning of delegitimized in English
delegitimized
to diminish or destroy the legitimacy, prestige, or authority of
FAQs About the word delegitimized
απονομιμοποιημένος
to diminish or destroy the legitimacy, prestige, or authority of
αποστερημένοι της εκλογής,άκυρος,ακύρωσε,ανάπηρος,κατεσταλμένος,απαγορευμένη,αποπιστοποιημένος,απαγορεύεται,Αποκλεισμένος,απαγόρευσε
εξουσιοδοτημένος,δικαιούχος,εξουσιοδοτημένος,νομιμοποιημένο,κατάλληλος,κυρώσεις,επικυρωμένος,εγγυημένος,ενεργοποιημένος,ενεργοποίηση
delegitimize => απονομιμοποιώ, delegations => αντιπροσωπείες, delegates => Αντιπρόσωποι, delegatee => αντιπρόσωπος, delegacies => αντιπροσωπείες,