Greek Meaning of dawned

ξημέρωσε

Other Greek words related to ξημέρωσε

Definitions and Meaning of dawned in English

Webster

dawned (imp. & p. p.)

of Dawn

FAQs About the word dawned

ξημέρωσε

of Dawn

εμφανίστηκε,προέκυψε,ξεκίνησε,αρχισε,εμφανίστηκε,προέρχεται,ξεκίνησε,ήμουν, ήσουν, ήταν,πραγματοποιημένος,έφτασε

Έπαψε,κατέληξε,τελείωσε,τελειωμένος,σταμάτησε,αποθανών,πέθανε,Εξαφανίστηκε,διακοπή,διαλυμένος

dawn redwood => Κοινή σεκόϊα, dawn horse => Άλογο της αυγής, dawn => Αυγή, dawk => βάρκες, dawish => dawish,