Greek Meaning of actualized
πραγματοποιημένος
Other Greek words related to πραγματοποιημένος
Nearest Words of actualized
Definitions and Meaning of actualized in English
actualized
to become actual, to make actual
FAQs About the word actualized
πραγματοποιημένος
to become actual, to make actual
εμφανίστηκε,προέκυψε,ξεκίνησε,αρχισε,εμφανίστηκε,Διαμορφωμένο,υλοποιημένος,προέρχεται,ξεκίνησε,ήμουν, ήσουν, ήταν
Έπαψε,κατέληξε,διακοπή,τελείωσε,τελειωμένος,σταμάτησε,λήξη,πέθανε,Εξαφανίστηκε,διαλυμένος
actualizations => Επικαιροποιήσεις, actressy => ηθοποιός, actors => ηθοποιοί, actorly => υποκριτικός, actorish => θεατρικός,