Greek Meaning of curmudgeonliness

γκρινιάρικο

Other Greek words related to γκρινιάρικο

Definitions and Meaning of curmudgeonliness in English

curmudgeonliness

a crusty, ill-tempered, and usually old man, a grumpy and usually old man, miser

FAQs About the word curmudgeonliness

γκρινιάρικο

a crusty, ill-tempered, and usually old man, a grumpy and usually old man, miser

επιθετικότητα,πολεμοχαρής,πολεμικότητα,πολεμικότητα,χοληδόχος,χολή,μαχητικότητα,πολεμικότητα,αντίθεση,ευερεθιστότητα

φιλικότητα,εγκάρδιος,ανεκτικότητα,φιλικότητα,ιδιοφυΐα,μακρόθυμος,υπομονή,κοινωνικότητα,ανεκτικότητα,κατανόηση

curlycues => καμπύλες, curlycue => Μπούκλα, curls => Μπούκλες, curling up => καμπύλωση, curlicuing => κυματιστός,