Greek Meaning of cohabiting
συγκατοίκηση
Other Greek words related to συγκατοίκηση
Nearest Words of cohabiting
Definitions and Meaning of cohabiting in English
cohabiting (p. pr. & vb. n.)
of Cohabit
FAQs About the word cohabiting
συγκατοίκηση
of Cohabit
ζωντανό,διαμένοντας,κατοικία,κατοικών,καταλαμβάνων,διαμονή,μόνιμος,που επισκέπτεται συχνά,κρεμασμένο σε,στοιχειωμένος
No antonyms found.
cohabiter => Συμβίωση, cohabited => συγκατοικούσαν, cohabitation => Συγκατοίκηση, cohabitant => συμβιών , cohabit => συζήν,