Greek Meaning of bludged
σκοτώθηκε με ρόπαλο
Other Greek words related to σκοτώθηκε με ρόπαλο
- άσκησε έφεση (προς)
- ικετεύω
- ζητιανεύω
- ανακαλούμενο
- εμμενής
- ικέτευσε
- Αναφορά
- ικετεύω
- Παρακαλώ (κάποιον)
- υποσχέθηκε (σε)
- προσευχήθηκε
- σπογγώδης
- ρώτησε
- ικέτευσε
- πολιορκημένος
- παρακάλεσε
- εξαναγκασμένος
- εξαναγκασμένος
- επιθυμητός
- ικέτευσε
- εξαναγκαστικός
- ενοχλητικός
- επέμεινε
- επικαλέστηκε
- εκμεταλλεύτηκε
- ζητηθείσα
- απαιτούμενο
- ζητούμενος
- κατείχε
- ικέτευσαν
- διεκδίκησε
- διέταξε
- ζητούσε
Nearest Words of bludged
Definitions and Meaning of bludged in English
bludged
sponge sense 2, to avoid work or responsibility, sponge sense 3
FAQs About the word bludged
σκοτώθηκε με ρόπαλο
sponge sense 2, to avoid work or responsibility, sponge sense 3
άσκησε έφεση (προς),ικετεύω,ζητιανεύω,ανακαλούμενο,εμμενής,ικέτευσε,Αναφορά,ικετεύω,Παρακαλώ (κάποιον),υποσχέθηκε (σε)
υπαινίχθηκε,σιωπηρός,υπαινικτικός,υποχρεωμένος,χαρούμενος,ικανοποιημένος,προτινόμενος,ηρεμημένος,παρηγορημένος,ικανοποιημένος
bludge => ψήγματα, blubbing => λυγίζοντας, blubbed => κλαίω δυνατά, blowups => Εκρήξεις, blows smoke => καπνίζει,