Greek Meaning of beaten-up
κακοποιημένος
Other Greek words related to κακοποιημένος
- μπερδεμένη
- άγριος
- δούλεψε (πάνω)
- καμένο
- παρενοχλημένος
- βλάβη
- πόνος
- τραυματισμένος
- καταπιεσμένοι
- διωκόμενος
- γεμάτο άμμο
- βασανισμένος
- θύμα
- αδικημένος
- κακοποιημένος
- βαρβαρωμένος
- εκφοβισμένος
- καμμένος
- κλώτσησε γύρω
- κακοποιημένος
- άγριος
- χαντακωσε
- κακοποιημένος
- κακοποιημένος
- παρενοχλούμενος
- Εξοργισμένος
- αποσυναρμολογημένο
Nearest Words of beaten-up
Definitions and Meaning of beaten-up in English
beaten-up (s)
damaged by blows or hard usage
FAQs About the word beaten-up
κακοποιημένος
damaged by blows or hard usage
μπερδεμένη,άγριος,δούλεψε (πάνω),καμένο,παρενοχλημένος,βλάβη,πόνος,τραυματισμένος,καταπιεσμένοι,διωκόμενος
φρόντιζε (για),πολύτιμος,ενθαρρυνόμενος ,περιποιημένος,προσαρμοσμένο (σε),ευνοϊκός,ευγνώμων,αφοσιωμένος,Κακομαθημένος,κακομαθημένος
beaten => χτυπημένος, beatable => ανίκητος, beat out => νικώ, beat in => χτυπάει μέσα, beat generation => Beat γενιά,