Greek Meaning of backing (up)
Αντίγραφο ασφαλείας
Other Greek words related to Αντίγραφο ασφαλείας
- επιβεβαιώνοντας
- μαρτυρώντας (για)
- (εγγύηση για)(για)
- γνησιοποίηση
- εγγυητής
- πιστοποίηση
- επιβεβαιώνοντας
- επικυρωτικό
- επικύρωση
- επαλήθευση
- δικαιωματικός
- μαρτυρία
- επιβεβαιωτικός
- υποστηρίζοντας
- ισχυριζόμενος
- διαβεβαιώνοντας
- ισχυριζόμενος
- ομολογώντας
- δηλώνοντας
- τεκμηρίωση
- ίδρυση
- εγγυάται
- ομολογώντας
- αποδεικνύοντας
- ενισχύοντας
- τεκμηριώνω
- υποστηρίζων
- εγγυημένος
Nearest Words of backing (up)
- backhanders => δωροδοκίες
- backgrounds => φόντα
- backfiring => Αντιστροφή πυροδότησης
- backfired => Επέστρεψε πίσω σαν μπούμερανγκ
- backers => χρηματοδότες
- backed up => με αντίγραφα ασφαλείας
- backed off => αποσύρθηκε
- backed down => υποχώρησε
- backed away => υποχώρησε
- backed (up) => υποστηριζόμενο (επιστροφή)
Definitions and Meaning of backing (up) in English
backing (up)
one that serves as a substitute or support, an accumulation caused by a stoppage in the flow, to gather or pile up because the flow has been stopped, to make copies of all the files on (a device), additional personnel who provide assistance, a copy of a computer file to protect against loss of data, the act or an instance of making a backup, to move into a position behind (a teammate) in order to assist on a play, musical accompaniment, a person or thing that takes the place of or supports another, to make a copy of (as a computer file) to protect against loss of data, to accumulate in a congested state, hold back sense 1, a gathering or piling up because the flow has been stopped, to make a copy of (a computer file or data) to protect against accidental loss or corruption, a copy of computer data (such as a file or the contents of a hard drive)
FAQs About the word backing (up)
Αντίγραφο ασφαλείας
one that serves as a substitute or support, an accumulation caused by a stoppage in the flow, to gather or pile up because the flow has been stopped, to make co
επιβεβαιώνοντας,μαρτυρώντας (για),(εγγύηση για)(για),γνησιοποίηση,εγγυητής,πιστοποίηση,επιβεβαιώνοντας,επικυρωτικό,επικύρωση,επαλήθευση
αντιφατικός,αρνούμενος,διάψευση,διάψευση,διαψεύδοντας,απαιτητικός,διαγωνιζόμενος,αποκηρύσσοντας,αποποιούμενος,ερώτηση
backhanders => δωροδοκίες, backgrounds => φόντα, backfiring => Αντιστροφή πυροδότησης, backfired => Επέστρεψε πίσω σαν μπούμερανγκ, backers => χρηματοδότες,