FAQs About the word vouching (for)

(εγγύηση για)(για)

to say that (someone or something) is honest, true, or good

μαρτυρώντας (για),επιβεβαιωτικός,ισχυριζόμενος,διαβεβαιώνοντας,γνησιοποίηση,εγγυητής,πιστοποίηση,εγγυάται,μαρτυρία,ορκίζοντας

No antonyms found.

vouches (for) => εγγυάται (για), vouchers => κουπόνια, vouched (for) => εγγυήθηκε (για), vouch (for) => εγγυώμαι, voting (in) => ψηφίζω (για),