Greek Meaning of all-round

ευέλικτος

Other Greek words related to ευέλικτος

Definitions and Meaning of all-round in English

Wordnet

all-round (s)

many-sided

FAQs About the word all-round

ευέλικτος

many-sided

διάφορος,συνολικά,συλλογικά,συνολικά,σύνολο,συνολικά,ευρέως,συλλογικά,γενικά,στο σύνολό τους

μόνος,ατομικά,κυριολεκτικά,μικροσκοπικώς,λεπτομερώς,οριακά,χωριστά,μόνο,συγκεκριμένα,αυστηρά

all-purpose => γενικής χρήσης, all-powerful => παντοδύναμος, all-possessed => παντοκρατορικός, alloying => κράμα, alloyed => κράμα,