Greek Meaning of strictly
αυστηρά
Other Greek words related to αυστηρά
Nearest Words of strictly
- strict => αυστηρός
- strickle => χάρακας
- strickland => στρικλαντ
- stricken => πληγωμένος
- striatum => ραβδωτό σώμα
- striation => ραβδώσεις
- striated muscle tissue => Εγκάρσια ραβδωτός μυϊκός ιστός
- striated muscle fiber => Ταινιοσανίδα
- striated muscle cell => Εγκάρσια ραβδωτή μυϊκή κυττάρου
- striated muscle => Εγκάρσια ραβδωτοί μύες
Definitions and Meaning of strictly in English
strictly (r)
restricted to something
in a stringent manner
in a rigorous manner
FAQs About the word strictly
αυστηρά
restricted to something, in a stringent manner, in a rigorous manner
προσεκτικά,ακριβώς,άκαμπτα,αυστηρά,ακριβώς,συνειδητά,σχολαστικά,ευσυνείδητα
χαλαρά,ανακριβώς,ανακριβώς
strict => αυστηρός, strickle => χάρακας, strickland => στρικλαντ, stricken => πληγωμένος, striatum => ραβδωτό σώμα,