Greek Meaning of wailed (for)

θρήνησε (για κάποιον)

Other Greek words related to θρήνησε (για κάποιον)

Definitions and Meaning of wailed (for) in English

wailed (for)

No definition found for this word.

FAQs About the word wailed (for)

θρήνησε (για κάποιον)

λυπημένος (για),θρηνούσε,πένθησε,λυπήθηκα,θρήνησε,θρήνησε,έκλαψε (για),κατηγόρησε,κλαίω με λυγμούς,κλαίω

Χαρούμενος,πανηγυρίζω (για),Ενθουσιασμένος (με),επευφημούσαν,καυχήθηκε (για),χαμογέλασε,γέλασε,χαμογέλασε,ακτινοβόλος,χαρούμενος

wail (for) => θρηνωδία (για), waifs => ορφανά, wags => σύζυγος παίκτη, wagonloads => βαγόνια, wageworkers => εργαζόμενοι,