FAQs About the word exulted (in)

πανηγυρίζω (για)

Ενθουσιασμένος (με),Χαρούμενος,καυχήθηκε (για),επευφημούσαν,χαμογέλασε,χαρούμενος,γέλασε,χαμογέλασε

θρήνησε,θρήνησε,έκλαψε (για),κατηγόρησε,λυπημένος (για),θρηνούσε,πένθησε,θρήνησε (για κάποιον),έκλαψε,θρηνήθηκε

exultations => πανηγυρισμοί, exult (in) => αγάλλεσθαι (για), exudes => εκπέμπει, exuberating => ζωηρός, exuberated => ενθουσιώδης,