Greek Meaning of wading (through)
διαβαίνω (δια μέσου)
Other Greek words related to διαβαίνω (δια μέσου)
- βύθιση (σε)
- καταβροχθίζοντας (πάνω)
- ξεφύλλισμα
- έντονος (μέσα από)
- ξεφύλλισμα
- στροφή
- Περιήγηση
- καταβροχθίζοντας
- να μελετάει ενδελεχώς (πάνω από)
- Ανάγνωση (anágnōsi)
- επανάγνωση
- σάρωση
- κυλιέμαι
- κατανόηση
- κατανοητός
- αποκρυπτογράφηση
- αρπαγή
- αντιλαμβανόμενος
- επιθεώρηση
- Διόρθωση
- αναθεώρηση
- μικροανάλυση
- Ταχεία ανάγνωση
- σπουδάζει
- κατανόηση
Nearest Words of wading (through)
- wading (in or into) => Μπρόσχω (μέσα ή μέσα σε)
- waded (through) => περπάτησε (μέσα)
- waded (in or into) => Περπατούσε μες στο νερό (σε ή σε)
- wade (through) => διασχίζω (διαμέσου)
- wade (in or into) => Σκαλίζω (σε ή μέσα)
- waddles => κουνιέται
- wadded => βαμβακερός
- wackiness => παραφροσύνη
- wack => περίεργος
- wabbling => Τρέμουλο
Definitions and Meaning of wading (through) in English
wading (through)
No definition found for this word.
FAQs About the word wading (through)
διαβαίνω (δια μέσου)
βύθιση (σε),καταβροχθίζοντας (πάνω),ξεφύλλισμα,έντονος (μέσα από),ξεφύλλισμα,στροφή,Περιήγηση,καταβροχθίζοντας,να μελετάει ενδελεχώς (πάνω από),Ανάγνωση (anágnōsi)
No antonyms found.
wading (in or into) => Μπρόσχω (μέσα ή μέσα σε), waded (through) => περπάτησε (μέσα), waded (in or into) => Περπατούσε μες στο νερό (σε ή σε), wade (through) => διασχίζω (διαμέσου), wade (in or into) => Σκαλίζω (σε ή μέσα),