Greek Meaning of unbraided

ανάλαφρο

Other Greek words related to ανάλαφρο

Definitions and Meaning of unbraided in English

unbraided

to separate the strands of, unravel sense 1

FAQs About the word unbraided

ανάλαφρο

to separate the strands of, unravel sense 1

ξετυλιγμένο,μπερδεμένος,φθαρμένος,Ξετυλιγμένο (έξω),ξεμπλεγμένο (έξω),μη τοποθετημένο,Ξεμπερδεμένος,ξετυλιγμένος,άστροφος,αφύφαντο

πλεγμένο,μπερδεμένος,γρύλισε,μπερδεμένος,δεμένος,δεμένο,δεμένο,πλεγμένο,διπλωμένα,συγκολλημένος

unbosoms => αποκαλύπτει, unbookish => ακαλλιέργητος, unbolts => ξεβιδώνει, unbolting => ξεβίδωμα, unblocks => ξεμπλοκάρει,