Greek Meaning of uglily

άσχημα

Other Greek words related to άσχημα

Definitions and Meaning of uglily in English

Webster

uglily (adv.)

In an ugly manner; with deformity.

FAQs About the word uglily

άσχημα

In an ugly manner; with deformity.

φρικτός,γκροτέσκο,αποτρόπαιος,μη ελκυστικός,Δυσάρεστος,φρικτός,φοβερός,οικιακός,φρικτός,δυσμενής

αισθητικός,αισθητικός,ελκυστικός,όμορφος,όμορφος,όμορφο,χαριτωμένος,Πέφτω κάτω νεκρός,αισθητικός,δίκαιο

uglify => ασχημαίνω, ugli fruit => Άσχημο φρούτο, ugli => άσχημος, uglesome => Άσχημος, ugh => γιούχου,