Greek Meaning of suitabilities

καταλληλότητες

Other Greek words related to καταλληλότητες

Definitions and Meaning of suitabilities in English

suitabilities

qualified sense 1, capable, being fit or right for a use or group, similar, matching, satisfying propriety, adapted to a use or purpose, able, qualified

FAQs About the word suitabilities

καταλληλότητες

qualified sense 1, capable, being fit or right for a use or group, similar, matching, satisfying propriety, adapted to a use or purpose, able, qualified

εφαρμοστικότητα,Καταλληλότητα,Φυσική κατάσταση,συνάφεια,συνάφεια,χρησιμότητα,ισχύς,αποδεκτότητα,επάρκεια,καταλληλότητα

ακαταλληλότητα,ακαταλληλότητα,Ασυμβατότητα,ασυμφωνία,δυστυχία,Ακαταλληλότητα,ακαταλληλότητα,αδικία,δυσάρεστος,άυλοτητα

suing => Καταθέτω μήνυση, suicided => αυτοκτόνησε, suggests => Προτείνει, suggestiveness => υπαινικτικότητα, suggestions => προτάσεις,