Greek Meaning of happiness
ευτυχία
Other Greek words related to ευτυχία
- μακαριότητα
- χαρά
- Μακαρισμοί
- ευλογια
- Μακαριότητα
- έκσταση
- απόλαυση
- ευδαιμονία
- χαρά
- Χαρά
- ευχαρίστηση
- ικανοποίηση
- ευθυμία
- Άνεση
- ικανοποίηση
- τέρψη
- ευχαρίστηση
- ευφορία
- ευφορία
- ευφορία
- ευφορία
- υπερβολή
- αγαλλίαση
- χαρά
- χαρά
- Γκλί
- δόξα
- ικανοποίηση
- ουρανός
- υψηλός
- Χαρά
- χαρά
- αγαλλίαση
- Αγαλλίαση
- Ξενοιασιά
- ευθυμία
- χαρά
- Nirvana
- παράδεισος
- έκσταση
- Έβδομος ουρανός
- μεταφορά
- θρίαμβος
- έκσταση
- Ζεστές και θολές αισθήσεις
Nearest Words of happiness
Definitions and Meaning of happiness in English
happiness (n)
state of well-being characterized by emotions ranging from contentment to intense joy
emotions experienced when in a state of well-being
happiness (n.)
Good luck; good fortune; prosperity.
An agreeable feeling or condition of the soul arising from good fortune or propitious happening of any kind; the possession of those circumstances or that state of being which is attended enjoyment; the state of being happy; contentment; joyful satisfaction; felicity; blessedness.
Fortuitous elegance; unstudied grace; -- used especially of language.
FAQs About the word happiness
ευτυχία
state of well-being characterized by emotions ranging from contentment to intense joy, emotions experienced when in a state of well-beingGood luck; good fortune
μακαριότητα,χαρά,Μακαρισμοί,ευλογια,Μακαριότητα,έκσταση,απόλαυση,ευδαιμονία,χαρά,Χαρά
αγωνία,Καταστροφή,δυστυχία,Λύπη,Θλίψη,Δυστυχία,δυστυχία,αγωνία,Μπλουζ,απογοήτευση
happily => ευτυχισμένος, happenstance => σύμπτωση, hap'penny => μισό πεντάρι, happening => τι συμβαίνει, happened => Συνέβη,