Greek Meaning of straying
περιπλανώμενος
Other Greek words related to περιπλανώμενος
Nearest Words of straying
Definitions and Meaning of straying in English
straying (s)
unable to find your way
FAQs About the word straying
περιπλανώμενος
unable to find your way
πτώση,παράβαση,πλανόδιος,Παραβίαση του νόμου,εσφαλμένος,προσβλητικός,αμαρτωλός,παραβαίνει,παραβιάζοντας,αναστροφή
συγχωρητικός,δικαιολογώντας,χάρη,λυπημένος,μετανοημένος,μετανιωμένος
strayer => αλήτης, stray => αδέσποτο, strawworm => Σκώληκας άχυρου, strawman => Αχυράνθρωπος, strawflower => αμάραντος,