Greek Meaning of springs
πηγές
Other Greek words related to πηγές
Nearest Words of springs
Definitions and Meaning of springs in English
springs
FAQs About the word springs
πηγές
αναπηδά,Λυκίσκος,πηδά,άλματα,όρια,θόλοι,Επιθέσεις,κάπαρη,Καπριόλες,Γκέτες
σταματά,τέλη,σταματά,καταλήγει,Ασθένεια,εξαφανίζεται,διαλύεται,Εξατμίζεται,τελειώνει,σταματά
springing (up) => αναβλύζων (πάνω), springing (for) => ελατηριωτός (για), springing => αναπήδησης, springily => ελαστικά, spring wagon => ελατηριωτό βαγόνι,