FAQs About the word spring (for)

εαρινό (για)

to pay for (something)

συναντώ,Πληρώνω,ξεπληρώνω,ante (πάνω),ισορροπία,εκφόρτιση,πόδι,Εκκαθάριση,Πλήρωσε,πλήρωσε

αποκηρύσσω

sprigs => κλαδάκια, sprightful => ζωηρός, sprees => ξόδεμα, spreads => εξαπλώνεται, spreading (out) => εξάπλωση (επέκταση),