Greek Meaning of spired
μυτερός
Other Greek words related to μυτερός
Nearest Words of spired
- spires => κορυφές
- spirit (away or off) => πνεύμα (μακριά ή μακριά)
- spirited (away or off) => γεμάτος ζωντάνια (απομακρυσμένος ή απομακρυσμένος)
- spiriting => πνευματώδης
- spiriting (away or off) => αφαίρεση (μακριά ή μακριά)
- spiritist => σπιριτιστής
- spiritistic => σπιριτιστικός
- spiritlessly => Χωρίς πνεύμα
- spiritualisms => πνευματισμοί
- spiritualized => πνευματοποιημένος
Definitions and Meaning of spired in English
spired
tapering usually to a sharp point, having a spire
FAQs About the word spired
μυτερός
tapering usually to a sharp point, having a spire
αγκάθινος,Τετραγωνισμένο,κοφτερός,γερμένος,οδοντωτό,βελονοειδής,κορύφωσε,μυτερός,σαν λεπίδα,κοφτερός σαν μαχαίρι
αμβλύς,βαρετό,στρογγυλεμένο
spirals => σπείρες, spiralling => σπειροειδής, spiralled => σπειροειδής, spiraled => σπειροειδής, spinsterish => γεροντοκόρη,