Greek Meaning of spiritualisms
πνευματισμοί
Other Greek words related to πνευματισμοί
- Μάγια
- διαβολιές
- διαταραχές
- διαβολιές
- γοητεία
- νεκρομαντείες
- αποκρυφισμός
- θαυματουργίες
- μαγεία
- μαγγανείες
- αλχημείες
- Γοητείες
- μαντείες
- γοητείες
- μαγικά ξόρκια
- γοητευτική
- Χουδού
- Επικαλούμενη
- Μαγεία
- προφητείες
- μαγείες
- μαγγανίες
- βουντού
- μαγείες
- αμπρακατάμπρα
- φυλακτά
- οιωνιστές
- μαγικά ξόρκια
- κρυστάλλινο βλέμμα
- κατάρα
- εξορκισμοί
- μαντείες
- κατάρες
- γρουσουζιά
- Μασκότ
- μοχάδες
- οιωνοί
- Αmulet
- φυλακτήρια
- ξόρκια
- Ταλισμά
Nearest Words of spiritualisms
- spiritlessly => Χωρίς πνεύμα
- spiritistic => σπιριτιστικός
- spiritist => σπιριτιστής
- spiriting (away or off) => αφαίρεση (μακριά ή μακριά)
- spiriting => πνευματώδης
- spirited (away or off) => γεμάτος ζωντάνια (απομακρυσμένος ή απομακρυσμένος)
- spirit (away or off) => πνεύμα (μακριά ή μακριά)
- spires => κορυφές
- spired => μυτερός
- spirals => σπείρες
Definitions and Meaning of spiritualisms in English
spiritualisms
a movement comprising religious organizations emphasizing spiritualism, a belief that the spirits of the dead communicate with the living, a belief that spirits of the dead communicate with the living usually through a medium, the view that spirit is a prime element of reality
FAQs About the word spiritualisms
πνευματισμοί
a movement comprising religious organizations emphasizing spiritualism, a belief that the spirits of the dead communicate with the living, a belief that spirits
Μάγια,διαβολιές,διαταραχές,διαβολιές,γοητεία,νεκρομαντείες,αποκρυφισμός,θαυματουργίες,μαγεία,μαγγανείες
επιστήμες
spiritlessly => Χωρίς πνεύμα, spiritistic => σπιριτιστικός, spiritist => σπιριτιστής, spiriting (away or off) => αφαίρεση (μακριά ή μακριά), spiriting => πνευματώδης,