FAQs About the word snipping

κόψιμο

a small piece of anything (especially a piece that has been snipped off)

αποκόμματα,Κοπή,ξύρισμα,Κοπή,λικνιζόμενος,καλλιέργεια,κόψιμο,προσάραξη,χλοοκοπή,τσίμπημα

εκτίνω,επιμήκυνση,επιμήκυνξη

snippet => απόσπασμα, sniping => Ελεύθερος σκοπευτής, sniper rifle => Σκοπευτικό τυφέκιο, sniper => ελεύθερος σκοπευτής, snipefish => Λυχνάρι,