Greek Meaning of scabby

ψωριασικός

Other Greek words related to ψωριασικός

Definitions and Meaning of scabby in English

Wordnet

scabby (s)

covered with scabs

Webster

scabby (superl.)

Affected with scabs; full of scabs.

Diseased with the scab, or mange; mangy.

FAQs About the word scabby

ψωριασικός

covered with scabsAffected with scabs; full of scabs., Diseased with the scab, or mange; mangy.

φτηνός,βρώμικος,χωλός,μέση τιμή,βρώμικο,θλιβερός,Εξευτελιστικός,κακός,θλιβερό,άτιμος

θαυμαστός,αξιέπαινος,αξιόπιστος,ειλικρινής,έντιμος,αξιέπαινος,άξιος επαίνου,ευγενής,αξιέπαινος,τρομερός

scabbing => κρούστα, scabbiness => Ψώρα, scabbily => ακατάστατα, scabbedness => κρούστα, scabbed => ψωριασμένος,