Greek Meaning of roared
(Ούρλιαξε)
Other Greek words related to (Ούρλιαξε)
Nearest Words of roared
Definitions and Meaning of roared in English
roared (imp. & p. p.)
of Roar
FAQs About the word roared
(Ούρλιαξε)
of Roar
βρυχάσθαι,γρύλισε,βρόντηξε,φώναξε,βρόντησε,άνθισε,έκλαψε,γκρίνιαζε,κυλήθηκε,ουρλιάζει
γρύλισε,μούγγρισε,ψιθύρισε,μουρμούρισε,ψιθυρισμένο,προφορικός,τρίζω,γκρίνιαξε,νιαουρίζω,τράβηξε
roar off => βρυχηθμός αποχώρησης, roar => βρυχηθμός, roanoke => Ρόανοκ, roan => ροάν, roaming => περιαγωγή,