Greek Meaning of roaming

περιαγωγή

Other Greek words related to περιαγωγή

Definitions and Meaning of roaming in English

Webster

roaming (p. pr. & vb. n.)

of Roam

FAQs About the word roaming

περιαγωγή

of Roam

νομάδας,νομαδικός,περιπλανώμενος,Εξωτερικός Ασθενής,περιπλανώμενος,φυγάς,περιπλανώμενος,περιπλανώμενος,μετανάστης,μεταναστευτικό

εγκαταστημένος,όρθιος,Στατικός,στάσιμος,ακίνητος,ακίνητος,ακόμα,Ακίνητος

roamed => περιπλανήθηκε, roam => περιπλανιέμαι, roald hoffmann => Ρόαλντ Χόφμαν, roald amundsen => Ρόαλντ Αμούνδσεν, roadworthiness => Καταλληλότητα οδήγησης,