Greek Meaning of peregrine
γεράκι περδικοφάγος
Other Greek words related to γεράκι περδικοφάγος
- νομάδας
- νομαδικός
- περιπλανώμενος
- Εξωτερικός Ασθενής
- περιπλανώμενος
- φυγάς
- περιπλανώμενος
- μετανάστης
- μεταναστευτικό
- Εν κινήσει
- Περιπατητικός
- περιπατητικός
- περιοχή
- περιαγωγή
- περιπλανώμενος
- αλήτης
- αλήτης
- πλανόδιος
- περιπλανώμενος
- παρασυρμός
- ανέμελος
- περιπλανώμενος
- περιπλάνηση
- ελικοειδής
- περιπλάνηση
- Περπάτημα
Nearest Words of peregrine
Definitions and Meaning of peregrine in English
peregrine (n)
a widely distributed falcon formerly used in falconry
peregrine (s)
migratory
peregrine (a.)
Foreign; not native; extrinsic or from without; exotic.
peregrine (n.)
The peregrine falcon.
FAQs About the word peregrine
γεράκι περδικοφάγος
a widely distributed falcon formerly used in falconry, migratoryForeign; not native; extrinsic or from without; exotic., The peregrine falcon.
νομάδας,νομαδικός,περιπλανώμενος,Εξωτερικός Ασθενής,περιπλανώμενος,φυγάς,περιπλανώμενος,μετανάστης,μεταναστευτικό,Εν κινήσει
εγκαταστημένος,όρθιος,Στατικός,στάσιμος,ακίνητος,ακίνητος,Ακίνητος,ακόμα
peregrinator => προσκυνητής, peregrination => προσκύνημα, peregrinate => προσκυνητής, peregal => Περήγαλος, pere jacques marquette => Ο πατέρας Pere Jacques Marquette,