Greek Meaning of researchist
ερευνητής
Other Greek words related to ερευνητής
- ιδρυτής
- γεννήτρια
- Ιδρυτής
- πρωτοπόρος
- ερευνητής
- συγγραφέας
- πατέρας
- κατασκευαστής
- δημιουργός
- Σχεδιαστής
- προγραμματιστής
- ιδρυτής
- πατέρας
- πρωτοπόρος
- ιδρυτής
- ο εκκινητής
- Καινοτόμος
- ιδρυτής
- εφευρέτης
- δημιουργός
- σχεδιαστής
- παραγωγός
- κύριος
- Κωδικοentwickler
- εφευρέτης
- Συμπαραγωγός
- συν-ερευνητής
- σχεδιαστής
- ονειροπόλος
- συνθέτης
- εισαγωγέας
- Πρωτοπόρος
Nearest Words of researchist
Definitions and Meaning of researchist in English
researchist
one engaged in research
FAQs About the word researchist
ερευνητής
one engaged in research
ιδρυτής,γεννήτρια,Ιδρυτής,πρωτοπόρος,ερευνητής,συγγραφέας,πατέρας,κατασκευαστής,δημιουργός,Σχεδιαστής
διάφραγμα,φωτοτυπικό μηχάνημα,πολυγραφικό μηχάνημα,Μιμητής,μιμητής,μιμητής
researching => ερευνητική, researches => έρευνες, researchers => ερευνητές, researched => Ερευνημένος, rescues => διασώσεις,