Greek Meaning of reintegrating

επανένταξη

Other Greek words related to επανένταξη

Definitions and Meaning of reintegrating in English

reintegrating

to integrate again into an entity

FAQs About the word reintegrating

επανένταξη

to integrate again into an entity

ολοκληρώνοντας,Αφομοίωση,συνδεόμενο,αποσκορπισμός,ένταξη,σύνδεση,συνένωση,Σύνδεση,εκφόρτωση,απελευθερωτικό

κόβοντας,μονωτικό,μονωτικός,διαχωρίζοντας,διαχωρίζοντας,αποθήκευση,περιοριστικός,καραντίνα,συγκρατημένος,περιοριστικός

reinstituting => επαναφορά, reinstituted => επανενταγμένος, reinstitute => αποκαθιστώ, reinspecting => ελέγχοντας ξανά, reinspected => Επανελεγμένο,