Greek Meaning of reinitiate
επανεκκίνηση
Other Greek words related to επανεκκίνηση
- τακτοποιώ
- Δημιουργήσετε
- οικονομικά
- Ταμείο
- οργανώνω
- επιστροφή χρημάτων
- επιδοτώ
- συστηματοποιώ
- αποκαθιστώ
- Επανεκκίνηση
- κατασκευή
- Αναπτύσσω
- επινοώ
- δωρεά
- διευρύνω
- επεκτείνω
- αρχίζω
- εφεύρω
- Κατασκευή
- προέρχομαι
- Παραγωγή
- Συστηματοποιώ
- μαγειρεύω
- σκέφτομαι (πάνω)
- συγγραφέας
- αρχίσετε
- συλλαμβάνω
- επινοώ
- Αποτελώ
- Επινοώ
- καθιερώστε
- φτιάχνω
- πατέρας
- βρέθηκε
- εγκαινιάζω
- καινοτομώ
- Ινστιτούτο
- εισάγω
- Εκτόξευση
- μακιγιάζ
- πρωτοπόρος
- Φυτό
- βάζω
- εγκαθίστατε
- αρχή
Nearest Words of reinitiate
Definitions and Meaning of reinitiate in English
reinitiate
to initiate (something or someone) again
FAQs About the word reinitiate
επανεκκίνηση
to initiate (something or someone) again
τακτοποιώ,Δημιουργήσετε,οικονομικά,Ταμείο,οργανώνω,επιστροφή χρημάτων,επιδοτώ,συστηματοποιώ,αποκαθιστώ,Επανεκκίνηση
καταργώ,σταματάω,τερματισμός,κλείσιμο,Σκάσε,ακυρώνω,τέλος,τέλος,σταματώ,ακυρώνω
reining (in) => περιορισμός (σε), reinforcing => ενισχύοντας, reinforcements => ενισχύσεις, reined (in) => ελεγχόμενος, rein(s) => χαλινάρια,