Greek Meaning of reinstitute

αποκαθιστώ

Other Greek words related to αποκαθιστώ

Definitions and Meaning of reinstitute in English

reinstitute

to institute (something) again

FAQs About the word reinstitute

αποκαθιστώ

to institute (something) again

τακτοποιώ,Δημιουργήσετε,οικονομικά,Ταμείο,οργανώνω,επιστροφή χρημάτων,επιδοτώ,συστηματοποιώ,επανεκκίνηση,Επανεκκίνηση

καταργώ,ακυρώνω,ακυρώνω,σταματάω,κλείσιμο,Σκάσε,τέλος,τέλος,σταματώ,σταδιακή κατάργηση

reinspecting => ελέγχοντας ξανά, reinspected => Επανελεγμένο, reins (in) => Χαλινάρια (σε), reinitiating => επανεκκίνηση, reinitiate => επανεκκίνηση,