Greek Meaning of pimped

νταβατζής

Other Greek words related to νταβατζής

Definitions and Meaning of pimped in English

Webster

pimped (imp. & p. p.)

of Pimp

FAQs About the word pimped

νταβατζής

of Pimp

κακοποιημένος,εκμεταλλευμένος,μόχλευση,χειραγωγημένος,χρησιμοποιημένο,εκμεταλλευόμενος (σε),εκμεταλλεύομαι (μια ευκαιρία),Απατημένος,Επιβλημένος (σε ή σε),αμέλξε

No antonyms found.

pimp => μαστροπός, pimozide => Πιμοζίδη, pimola => pimola, pimlico => Πίμλικο, pimiento => πιπεριά,