FAQs About the word pigging out

Γέμισμα

to eat greedily

γιορτή,αδηφαγία,φόρτωση,καταβροχθίζοντας,Υπερφαγία,μεθυσμένος,συμπόσιο,λαιμαργία,λαίμαργος,καταπίνω

συγκομιδή,γευσιγνωσία,Τσιμπολόγημα,ραμφίζω

pigged out => καταβρόχθισα, pigeons => περιστέρια, pigeonholed => Στερεότυπο, piers => εξέδρες, pierces => διαπερνά,