Greek Meaning of physicking

θεραπεία

Other Greek words related to θεραπεία

Definitions and Meaning of physicking in English

Webster

physicking (p. pr. & vb. n.)

of Physic

Webster

physicking ()

p. pr. & vb. n. fr. Physic, v. t.

FAQs About the word physicking

θεραπεία

of Physic, p. pr. & vb. n. fr. Physic, v. t.

συμμετέχοντα (σε),φροντίδα (για),λειτουργούν,θεραπεία,σκλήρυνση,Θεραπεία,επιδιόρθωση,επούλωση,φαρμακευτική αγωγή,Νοσηλευτική

αναπηρικός,επιζήμιος,απενεργοποίηση,βλαβερός,πονώντας,βλαπτική,βλαβερό,πληγωτικός,Βασανιστικός,άρρωστος

physicist => Φυσικός, physicism => Φυσικαλισμός, physician-patient privilege => Ιατρικό απόρρητο, physicianed => γιατρός, physician-assisted suicide => Ιατρικώς υποβοηθούμενη αυτοκτονία,