Greek Meaning of medicating
φαρμακευτική αγωγή
Other Greek words related to φαρμακευτική αγωγή
Nearest Words of medicating
Definitions and Meaning of medicating in English
medicating (p. pr. & vb. n.)
of Medicate
FAQs About the word medicating
φαρμακευτική αγωγή
of Medicate
παρών,λειτουργούν,θεραπεία,επίδεσμος,υποχρεωτικός,φροντίδα (για),σκλήρυνση,Θεραπεία,σάλτσα,επούλωση
αφαίρεση επιδέσμου
medicated => Φαρμακευτικός, medicate => φαρμακώνω, medicaster => τσαρλατάνος, medicare payment => Πληρωμή Medicare, medicare check => επιταγή medicare,