FAQs About the word medicating

φαρμακευτική αγωγή

of Medicate

παρών,λειτουργούν,θεραπεία,επίδεσμος,υποχρεωτικός,φροντίδα (για),σκλήρυνση,Θεραπεία,σάλτσα,επούλωση

αφαίρεση επιδέσμου

medicated => Φαρμακευτικός, medicate => φαρμακώνω, medicaster => τσαρλατάνος, medicare payment => Πληρωμή Medicare, medicare check => επιταγή medicare,