Greek Meaning of patrolled

περιπολούσε

Other Greek words related to περιπολούσε

Definitions and Meaning of patrolled in English

Webster

patrolled (imp. & p. p.)

of Patrol

FAQs About the word patrolled

περιπολούσε

of Patrol

Φρουρούμενος,προστατευμένο,παρακολούθησε,ελεγχόμενος,λειτουργεί,επιβλέπειν,αστυνομεύεται,προστατευμένο,προστατευμένος,επιβλεπόμενη

εγκαταλελειμμένος,παραμελημένος,ξέχασα,παρέλειψε

patrole => περίπολος, patrol wagon => περιπολικό, patrol ship => Περιπολικό, patrol car => Αστυνομικό περιπολικό, patrol boat => Περιπολικό σκάφος,